Τις τελευταίες ημέρες συντελείται κάτι εντυπωσιακό, και συγχρόνως αρκετά παράδοξο.
Η εμφάνιση ενός νέου μοντέλου τεχνητής νοημοσύνης, έχει οδηγήσει όχι απλώς την τεχνολογική κοινότητα, αλλά ολόκληρο τον πλανήτη σε ένα αναπάντεχο παραλήρημα.
Δεν αποτελεί μυστικό ότι το AI συνιστά την «τελευταία λέξη της μόδας» στον τομέα της τεχνολογίας, και πολλές φορές η ραγδαία εξέλιξή του ενδέχεται να προκαλεί και κάποιο… ρίγος συγκίνησης στον γενικότερο πληθυσμό.
Ωστόσο, αυτό που συμβαίνει τώρα με την περίπτωση του DeepSeek, είναι πρωτοφανές.
Τα τελευταία 2 – 3 χρόνια, έπειτα και από την τεράστια επιτυχία του ChatGPT, πολλοί είναι εκείνοι που έχουν σπεύσει να εκμεταλλευτούν την ασύλληπτη δημοτικότητα που έχει λάβει ο κλάδος, αναπτύσσοντας άρον – άρον δικές τους σουίτες και εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης, σε συνάρτηση, προφανώς, με την εκάστοτε οικονομική επάρκεια, τα μέσα και την τεχνογνωσία που διαθέτουν.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα το Gemini της Google, το Copilot της Microsoft, και φυσικά το Apple Intelligence, τα οποία διαγράφουν μία εξίσου σημαντική πορεία, κυρίως χάρη στο μέγεθος των τεχνολογικών κολοσσών που βρίσκονται πίσω από αυτά και τα προωθούν.
Παράλληλα, την τύχη τους δοκιμάζουν και μία σειρά από μικρότερες εταιρείες, οι οποίες με εκθετικά μικρότερο χρηματικό κεφάλαιο και ανθρώπινο δυναμικό, επιχειρούν να αφήσουν το «στίγμα» τους.
Μία από αυτές είναι και η κινέζικη DeepSeek.
Η συγκεκριμένη εταιρεία ιδρύθηκε το 2023, παρατηρώντας την εκρηκτική άνθιση του AI, και εδώ και μερικές ημέρες έχει καταφέρει να γίνει πρώτο θέμα παγκοσμίως, με πολλούς να την χαρακτηρίζουν ως μία σοβαρή ανερχόμενη αντίπαλο της OpenAI.
Το μυστικό της ξαφνικής δημοφιλίας της κρύβεται στο μοντέλο τεχνητής νοημοσύνης R1, που κυκλοφόρησε πριν από μόλις εννέα ημέρες.
Η DeepSeek κατασκεύασε το R1 με μπάτζετ μόλις 5,6 εκατομμυρίων δολαρίων, τη στιγμή που το GPT-4 είχε κοστίσει περισσότερα από 100 εκατομμύρια, ενώ είναι αξιοσημείωτο το γεγονός πως, μεταξύ άλλων, για την ανάπτυξή του χρησιμοποιήθηκαν κάρτες γραφικών παλαιότερης γενιάς, λόγω των περιοριστικών κανονισμών που έχουν επιβληθεί από την Αμερική σχετικά με την εξαγωγή προηγμένων τεχνολογικών προϊόντων στην Κίνα.
Όπως δείχνουν όλες οι δοκιμές, οι επιδόσεις του DeepSeek R1 είναι εφάμιλλες των ισχυρών ανταγωνιστών του, ενώ και οι δυνατότητές του είναι ισάξιες, αν όχι καλύτερες εκείνων.
Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, το R1 ξεπέρασε σε αριθμό λήψεων το ChatGPT στο αμερικανικό App Store, και οδήγησε τη χρηματιστηριακή αξία της πρωτοπόρου Nvidia σε «βουτιά» κατά 18%, με αισθητή πτώση να καταγράφεται και στις μετοχές των Google, Amazon, Tesla και Microsoft.
Πολλοί χαρακτηρίζουν την εταιρεία ως φαινόμενο, αφού με αυτό που πέτυχε ουσιαστικά αναδιαμορφώνει όλα όσα γνωρίζαμε μέχρι τώρα για το κόστος λειτουργίας και συντήρησης μίας υπηρεσίας τεχνητής νοημοσύνης αντίστοιχου βεληνεκούς.
Ενδεικτικό αυτού, είναι πως ο ίδιος ο CEO της OpenAI, Sam Altman, παραδέχτηκε πρόσφατα πως αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα εξαιτίας του ChatGPT, αφού τα έσοδα που λαμβάνουν από τις συνδρομές είναι απελπιστικά χαμηλότερα από τα έξοδα που δημιουργεί η χρήση της εφαρμογής.
Δυσαρεστημένοι από τις εξελίξεις εμφανίζονται και οι επενδυτές του χώρου, οι οποίοι αμφισβητούν, πλέον, την ανάγκη ασύδοτης χρηματοδότησης δισεκατομμυρίων για την ανάπτυξη AI λογισμικού.
Κάπου εδώ αξίζει να τονιστεί ότι μέχρι πρότινος, σύσσωμοι τεχνολογικοί αναλυτές και ειδικοί δήλωναν κατηγορηματικά πως η κατασκευή μίας πλατφόρμας τεχνητής νοημοσύνης απαιτεί τουλάχιστον 100 εκατομμύρια δολάρια, ποσό που υπό συνθήκες δύναται να αγγίξει και το 1 εκατομμύριο.
Το θέμα έχει πάρει μέχρι και πολιτικές διαστάσεις, με στέλεχος του κυβερνητικού επιτελείου του νεοεκλεγέντα προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, να το σχολιάζει ως ένα από τα πιο εντυπωσιακά και φανταστικά επιτεύγματα που έχει δει ποτέ.
Ιδιαίτερο ζήλο για το αντικείμενο επιδεικνύουν και τα εγχώρια Μ.Μ.Ε. , σε μία βολική – θα έλεγε κανείς – χρονική συγκυρία προκειμένου να συγκαλυφθούν άλλα ζητήματα της επικαιρότητας.
εικόνα άρθρου: Bloomberg